Σάββατο 3 Μαρτίου 2012

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ - «ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ» ΚΑΙ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑ



ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ - «ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ» ΚΑΙ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑ

Η Αντιόχεια είναι από τις σημαντικότερες χριστιανικές πόλεις των πρώτων χρόνων της νέας θρησκείας. Ήταν ανοικτή σε πλήθος θρησκειών. Λατρεύονταν το ελληνικό πάνθεον , οι τοπικές συριακές θεότητες ενώ οι Ιουδαίοι χρησιμοποιούσαν τα ελληνικά στην λατρεία τους και ήταν πιο προοδευτικοί από τους Ιουδαίους της Ιερουσαλήμ. Μετά τους πρώτους διωγμούς των χριστιανών της Ιερουσαλήμ το 33 και 34 π.Χ. και τον θάνατο με λιθοβολισμό του Στεφάνου, οι χριστιανοί διασκορπίστηκαν στις γύρω πόλεις ή στους τόπους καταγωγής τους. Ο Νικόλαος από την Αντιόχεια ήταν ένας από τους επτά άνδρες «πλήρεις Πνεύματος Αγίου και σοφίας» (Πραξ. Αποστόλων 3,4) που επιλέχθηκαν από τους 12 απόστολους  ως συνεχιστές τους. Πιθανόν να θέλησε να ξεφύγει από τους διωγμούς επιστρέφοντας στην πατρίδα του. Στην Αντιόχεια η αποδοχή του Χριστιανισμού από μη Ιουδαίους Εθνικούς  , που δεν ακολουθούσαν τις επιταγές του Μωσαϊκού Νόμου , ήταν ο αποφασιστικός σταθμός στην εξέλιξη του Χριστιανισμού από θρησκεία των Ιουδαίων σε παγκόσμια θρησκεία. Στις διαμάχες μεταξύ χριστιανών Ιουδαίων και χριστιανών Εθνικών ο Παύλος και ο Βαρνάβας έλαβαν μια πιο προοδευτική θέση, αλλά αναγκάστηκαν να παρουσιαστούν στην Ιερουσαλήμ. Εκεί στην Αποστολική σύνοδο με πρόεδρο τον Ιάκωβο αποφασίστηκε ότι απόδειξη πίστης συνιστά μόνο η χάρη του Αγίου Πνεύματος και όχι η περιτομή και οι άλλες επιταγές του Μωσαϊκού νόμου. Η Αντιόχεια αποτέλεσε την αφετηρία των ταξιδιών του Παύλου - μέσω του λιμανιού της Σελεύκειας , αν και πατρίδα του ήταν η κοντινή Ταρσός.
Αξίζει να σημειωθεί ότι για πρώτη φορά ονομάστηκαν στην Αντιόχεια οι υποστηριχτές του Χριστού , Χριστιανοί (Πράξ. Αποστολ. 11,26). Η Ονομασία αυτή δεν προήλθε από τους ίδιους τους Χριστιανούς, που αυτοαποκαλούνταν «αδελφοί, μαθητές, πιστοί» , ούτε βέβαια από τους Ιουδαίους, για τους οποίους Χριστός σήμαινε Μεσσίας, και επομένως , εάν ονόμαζαν Χριστιανούς τους οπαδούς του Χριστού , θα ομολογούσαν ότι ο Χριστός είναι ο Μεσσίας. Έτσι είναι πιθανόν οι έλληνες εθνικοί να ονόμασαν τους οπαδούς του Χριστού Χριστιανούς, ακολουθώντας το συνηθισμένο για την εποχή τύπο  (π.χ. Ηρωδιανοί, Καρποκρατιανοί , κ.λ.π.)  Έχει επίσης υποστηριχθεί ότι η ονομασία χριστιανοί έχει προέλθει από τις επίσημες ρωμαϊκές αρχές τις εποχής , όταν θέλησαν να ξεχωρίσουν τους οπαδούς του Χριστού από τις υπόλοιπες θρησκείες και αιρέσεις που υπήρχαν στην πόλη.
Η Παρουσία του απόστολου Πέτρου στην πόλη ενίσχυσε την χριστιανική κοινότητα και σύντομα ο Χριστιανισμός είχε εξαπλωθεί σε Σύριους των προαστίων και στις γειτονικές πόλεις (Σελεύκεια , Απάμεια, Λαοδικεία). Σύμφωνα με τους Αντιόχεις , ο Πέτρος ήταν ο πρώτος επίσκοπος της πόλης , κάτι που αργότερα οδήγησε στην πεποίθηση ότι η Αντιόχεια έπρεπε να αποκαλείται «πρώτη Εκκλησία» και όχι η Ρώμη , δηλαδή επειδή σε αυτήν έγινε πρώτη φορά ο Πέτρος επίσκοπος και όχι στην Ρώμη. Επίσης η Αντιόχεια είναι η πόλη , όπου σύμφωνα με την επικρατέστερη σήμερα άποψη , ο Ευαγγελιστής Ματθαίος έγραψε το ευαγγέλιο του τη δεκαετία του 80.
Από τους επόμενους επίσκοπους της Αντιόχειας πολλοί μαρτύρησαν στην Ρώμη (π.χ. ο Ιγνάτιος) και κάποιοι ήταν σημαντικοί θεολόγοι (οι Θεόφιλος και Σεραπίων τον 3ο αιώνα). Ο Επίσκοπος Ιγνάτιος ήταν το πιο γνωστό θύμα των διώξεων , που προκλήθηκαν λόγω του σεισμού που έπληξε την πόλη στις αρχές του 2ου αιώνα. Κατά την μεταφορά του στη Ρώμη μέσω της Μικράς Ασίας έγραψε επιστολές προς τις εκκλησίες Εφέσου, Μαγνησίας, Τράλλεων, Φιλαδέλφειας, Σμύρνης και Ρώμης. Με τις επιστολές αυτές ξεκίνησε ουσιαστικά η παράδοση της θεολογικής σχολής της Αντιόχειας , μια από τις σημαντικότερες μαζί με εκείνη της Αλεξάνδρειας , των πρώτων αιώνων του Χριστιανισμού.
Κατά τους διωγμούς του Διοκλητιανού οι χριστιανοί της περιοχής κυνηγήθηκαν με μανία, λόγω και της παρουσίας στην πόλη αρχικά του Δοκλητιανού και αργότερα του Γαλέριου. Την ίδια εποχή οι Εθνικοί της  πόλης ζήτησαν από τον Μαξιμίνο να εκδιωχθούν οι χριστιανοί , κάτι όμως που δεν ΄΄ήταν δυνατό λόγω του μεγάλου αριθμού τους (100.000 περίπου). Οι πηγές τις εποχής αναφέρουν συνεχείς διωγμούς και πολλούς επώνυμους μάρτυρες (Διάκονος Ρωμανός, Άγιος Βαρλαάμ, Αγία Πελαγία , Λουκιανός). Ο αριθμός των χριστιανών παρέμεινε σταθερός για πολλά χρόνια και την εποχή του Ιωάννη του Χρυσόστομου (τέλη 4ου αιώνα) ανήλθε στις 200.000. Η σημασία της Αντιόχειας για τον χριστιανισμό προκύπτει και από τους Κανόνες της Οικουμενικής συνόδου της Νίκαιας το 325, όταν αναφέρεται μαζί με την ρώμη και την Αλεξάνδρεια ως «επισκοπές με ιδιαίτερο κύρος για την Εκκλησία» (Η Κωνσταντινούπολη έλαβε τη θέση της δίπλα σε Ρώμη , Αλεξάνδρεια και Αντιόχεια το 381 στην Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης , ενώ η Ιερουσαλήμ τον 5ο αιώνα.


Το Ολυμπιακό στάδιο όπου διεξάγονταν Ολυμπιακοί αγώνες έως το 520 μ.Χ. και άλλα κτίρια σε ψηφιδωτό στο μουσείο Αντιόχειας. Τα ελληνικά ιδεώδη συμβάδιζαν με τον Χριστιανισμό άνευ των Εθνικών τους προσμίξεων.