Σάββατο 3 Μαρτίου 2012

Η ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΠΡΩΤΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ

Η ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΠΡΩΤΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ
 1. Το θαύμα της επεκτάσεως
Ο πολέμιος του Χριστιανισμού ο Ρουσσώ, αναγκάστηκε να ονομάσει την ιστορία της ιδρύσεως και εξαπλώσεως του Χριστιανισμού ένα «συνεχές θαύμα». Είναι πολύ χαρακτηριστική η ομολογία του: «μετά τον θάνατο του Ιησού Χριστού, γράφει, δώδεκα πτωχοί ψαράδες και αγράμματοι επιχείρησαν να διδάξουν και να επιστρέψουν τον κόσμο. Απλή ήταν η μέθοδός τους.
Κήρυτταν χωρίς τέχνη, αλλά με καρδιά γεμάτη κατάνυξη. Και το καταπληκτικότερο από όλα τα θαύματα... είναι η αγιότητα της ζωής τους. Οι μαθητές ακολούθησαν το παράδειγμάτους και η επιτυχία υπήρξε θαυμαστή...
Οι φιλόσοφοι, οι οποίοι δεν έβρισκαν το συμφέρον τους στην θρησκεία αυτή που δίδασκε την ταπείνωση, ενώθηκαν με τους ιερείς τους. Οι περίγελοι και οι βρισιές έπεφταν από παντού στη νέα αυτή θρησκεία. Ξεσηκώθηκαν οι διωγμοί και οι διώκτες δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να επιταχύνουν την εξάπλωση της θρησκείας εκείνης, την οποία ήθελαν να καταπνίξουν. όλοι οι Χριστιανοί έτρεχαν στο μαρτύριο και όλοι ζητούσαν το βάπτισμα. Η ιστορία των πρώτων χρόνων είναι ένα διαρκές θαύμα».
...........................
Εμείς οι χριστιανοί που ζούμε στο τέλος του 20ου αιώνα, έχουμε συνηθίσει το θαύμα της ιδρύσεως τήςΕκκλησίας. Δεν μας κάνει ίσως την  εντύπωση που προκάλεσε στον κόσμο των πρώτων χριστιανικών αιώνων.
............................
Ας μεταφερθούμε για λίγο στην ιστορικές εκείνες στιγμές της παρουσίας του Κυρίου στη γη μας για να παρακολουθήσυμε το θαύμα της εξαπλώσεως του  Χριστιανισμού.

όταν ο Κύριος ζούσε τα πλήθη ενθουσιάζονταν μεν από τα θαύματα και τις διδασκαλίες του και έτρεχαν πίσω του για να απολαύσουν τις ευεργεσίες του. Δεν ήταν όμως πολλοί εκείνοι που έμεναν αφοσιωμένοι κοντά του. Λίγοι μόνο μαθητές και λίγες γυναίκες. Και στο τέλος της ζωής του Κυρίου θα έλεγε κανείς ότι τα πράγματα χειροτερεύουν ακόμη. Ο ένας από τους πιο στενούς μαθητές του όχι μόνον τον εγκαταλείπει, αλλά και τον προδίδει και γίνεται αιτία της συλλήψεως και της καταδίκης του. άλλος ένας ακόμη, και μάλιστα ο περισσότερο θερμός και φλογερός, ο Πέτρος, αρνείται με όρκο επανειλημμένως ότι τον γνωρίζει. Και όταν ο Κύριος συλλαμβάνεται από τους εχθρούς του, οι υπόλοιποι δέκα τον εγκαταλείπουν και φεύγουν. έτσι όλο το έργο που επί τρία χρόνια ο Χριστός επιτέλεσε στους μαθητές του φαίνεται να καταρρέει και να καταστρέφεται.
Αλλά και ο ίδιος πως τελεειώνει τη ζωή του;
Προδωμένος, εγκαταλελειμένος ανέρχεται στο θανατικό και πλέον εξευτελιστικό όργανο. Στο σταυρό. Και γεμάτος αγωνία, πληγωμένος, διψασμένος, μέσα σε βρισιές και εξευτελισμούς, πεθαίνει σαν κακούργος.
Ο Κύριος βεβαίως πεθαίνει, αλλά μετά τον θάνατο ακολουθεί η ανάσταση. Το σκηνικό αλλάζει τελείως τώρα. Αλλάζουν τα δεδομένα που υπήρχαν. Αντίθετα με κάθε ανθρώπινη πρόβλεψη.
Δεν έχουμε πλέον φυγή και απογοήτευση μαθητών, αλλά το αίσθημα της νίκης και του θριάμβου. Οι μαθητές συναθροίζονται και διακηρύσσουν ότι ηγέρθη ο Κύριος όντως. Οι ψυχές τους πλημμυρίζουν από χαρά μεγάλη και περνούν τις μέρες τους «αινούντες και ευλογούντες τον Θεόν». Δεν έχουμε λοιπόν απλή μεταβολή ψυχικής διαθέσεως των μαθητών, αλλά ριζική αλλαγή.έχουμε επανάσταση στο εσωτερικό τους, η οποία τους μεταβάλλει τελείως και τους παρουσιάζει καινούργιους ανθρώπους, εντελώς διαφορετικούς απ   ὅτι ήταν προηγουμένως.
Από την ιστορική ημέρα της Πεντηκοστής, τη γενέθλια ημέρα της εκκλησίας, το θαύμα της εξαπλώσεως της χριστιανικής πίστεως έχει πλέον αρχίσει.
Δώδεκα ψαράδες ξεκινούν για την πνευματική κατάκτηση της Οικουμένης. Ποιός τους αποστέλλει;
   Ο Διδάσκαλός τους, που τερμάτισε τη ζωή του πάνω στο σταυρό. Ποιά τα εφόδια των αποστόλων;
«Ιδού εγώ αποστέλω υμάς ως άρνας εν μέσω λύκων» (Λουκ. ι  3)
«μη κτήσησθε χρυσόν μεδέ άργυρον μηδέ χαλκόν εις τας ζώνας υμών, μη πήραν εις οδόν μηδέ δύο χιτώνας μηδέ υποδήματα, μηδέ ράβδον» (Ματθ. ι 9-10).
Δώδεκα άνθρωποι, χωρίς κανένα υλικό εφόδιο, έπαιρναν την εντολή, το μεγάλο σύνθημα, να κατακτήσουν την οικουμένη, να αιχμαλωτίσουν στην χριστιανική πίστη και αλήθεια τις ψυχές των ανθρώπων, να επεκτείνουν παντού την πνευματική βασιλεία, την εκκλησία του Χριστού.
Οι απόστολοι έπρεπε να κατακτήσουν πνευματικώς την οικουμένη, που την είχε υποτάξει πνευματικώς η Ρώμη με τους λεγεωνάριούς της. Οι άοπλοι και αγράμματοι ψαράδες να αντιμετωπίσουν τον κολοσσό της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Είναι αδύνατο να κριθεί με ανθρώπινα κριτήρια το ασύλληπτο σε τόλμη εγχείρημά τους. Οι ψαράδες της Παλαιστίνης να αλλάξουν την θρησκεία της Ρώμης και όλων των λαών της εποχής τους. Αυτό ακριβώς ζητούσαν. Οι εθνικοί έπρεπε να αρνηθούν τους θεούς τους, τους οποίους η μεγαλοφυής φαντασία ενός Ομήρου παρέστησε ως αθανάτους και να δεχθούν ως Θεό τους ένα σταυρωμένο. Μιλούσαν βέβαια οι απόστολοι και για την ανάστασή του. Διέτρεχαν όμως τον κίδνυνο να χλευασθούν, όπως ο Παύλος στο βράχο του Αρείου Πάγου από τους Αθηναίους.
Πως να αντιμετωπίσουν έπειτα οι απόστολοι τους έλληνες φιλοσόφους, στους οποίους το κήρυγμα του Εσταυρωμένου φαινόταν τρέλλα. Και ήταν εύκολο να πείσουν οι κήρυκες του Ευαγγελίου τους ειδωλολάτρες να εγκαταλείψουν θρησκεία, ήθη, έθιμα, νοοτροπία, ολόκληρο το παρελθόν τους, και προ πάντων την ελκυστική ζωή της αμαρτίας, για να πιστεύσουν στον Χριστό, που προέβαλλε δόγματα και θαύματα και ανώτερη ηθική και πειθαρχημένη ζωή, που απαιτεί κόπους, αγώνες, θυσίες και αυτό ακόμη το μαρτύριο σε ορισμένες περιπτώσεις;
Εάν εβλεπαν ανθρώπινο το έργο τους οι απόστολοι, η δεν θα ανελάμβαναν την εξάπλωση του Χριστιανισμού, η θα διαλύονταν με το πρώτο εμπόδιο και θα επέστρεφαν απογοητευμένοι στις βάρκες και τα δίχτυα τους.
Ο Μέγας Ναπολέων έλεγε χαρακτηριστικά:
«Δεν υπάρχουν στον κόσμο παρά μόνο δύο δυνάμεις, το σπαθί και ο λόγος. Καθώς περνά ο χρόνος, ο λόγος νικά το σπαθί». Και δεν είχε καθόλου άδικο. Το βλέπουμε στην ιστορία της επεκτάσεως του Χριστιανισμού. Οι απόστολοι χώρις όπλα και βία, με μοναδικό όπλο τον παντοδύναμο λόγο του εσταυρωμένου, όρμησαν και κατέκτησαν πνευματικώς τον κόσμο.
Οι μεγάλοι σοφοί της εποχής εκείνης μιλούσαν με περιφρόνηση για την προσπάθεια των αποστόλων. Χαρακτήριζαν την εκκλησία του Χριστού παραφυάδα και αίρεση του ιουδαισμού, ανάξια προσοχής. Ο Κέλσος ελεγε ειρωνικώς ότι η θρησκεία αυτή καλούσε μόνο τους ανόητους. Που να φαντασθούν οι σοφοί και ισχυροί του κόσμου, ότι η μικρή και άοπλη ομάδα των αποστόλων του Χριστού, θα αύξανε καταπληκτικά, θα υπέτασσε μια μέρα πνευματικώς την πανίσχυρη Ρώμη και θα ανέτρεπε και τους μεγαλύτερους φιλοσόφους.
«Τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός, ίνα τους σοφούς καταισχύνη, και τα ασθενή του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα καταισχύνη τα ισχυρά». (Α  Κορ. α  27)
Για την αλματώδη διάδοση του Χριστιανισμού μιλούν όχι μόνο Χριστιανοί, αλλά και ειδωλολάτρες συγγραφείς. ήδη ο απόστολος Παύλος μιλά περί «εκκλησιών εθνών».Η ακτινοβολία του πνευματικού ηλίου, του Χριστού, εισχώρησε παντού, ακόμη και στα ανάκτορα του Καίσαρος: «ασπάζονται υμάς πάντες οι άγιοι, μάλιστα δε οι εκ της Καίσαρος οικίας» (Φιλιπ. δ 22).
Για την θαυμαστή εξάπλωση της εκκλησίας μιλά τον 2ο αιώνα μ.Χ. ο μεγαλόφωνος απολογητής του Χριστιανισμού Τερτυρλλιανός: «Το κράτος, κραυγάζουν (οι ειδωλολάτρες) πολιορκείται. Μέχρι τους αγρούς, τις οχυρωμένες πόλεις, στα νησιά, υπάρχουν Χριστιανοί... άνθρωποι κάθε γένους, κάθε ηλικίας, κάθε οικονομικής καταστάσεως, κάθε μορφώσεως και κάθε κοινωνικής τάξεως είναι οι Χριστιανοί».
Και ο ίδιος σημειώνει «είμαστε μόλις χθεσινοί και όμως γεμίσαμε τη γη και κάθε τι που σας ανήκει: τις πόλεις, τα νησιά, τα φρούρια, τους αυτόνομους τόπους, τους τόπους των συνελεύσεων, αυτά τα στρατόπεδα, τους συλλόγους των πατρικίων, τις δεκαρχίες, το ανάκτορο, την σύγκλητο και την αγορά. Δεν σας αφήσαμε τίποτε άλλο παρά μόνο τους ειδωλολατρικούς ναούς».
ας ακούσουμε όμως και την φωνή των εθνικών συγγραφέων. Μένουν κατάπληκτοι από την ορμή με την οποία εκτείνεται η εκκλησία.
Ο Σουετώνιος (41-54 μ.Χ.) αναφέρει, ότι ο αυτοκράτορας πήρε μέτρα κατά των Χριστιανών, γιατί αυτοί  πληθύνονταν με απίστευτο ρυθμό.
Ο Τάκιτος (64 μ.Χ.) αναγκάζεται να χαρακτηρίσει τους χριστιανούς της Ρώμης «υπερμεγέθες πλήθος».
Ο Πλίνιος, ρωμαίος άρχοντας στην Μ. Ασία. (105 μ.Χ.) γράφει στον αυτοκράτορα Τραϊανό: «Η υπόθεση του χριστιανισμού μου φάνηκε άξια σκέψεως, προ πάντων για τον αριθμό των ατόμων, τα οποία επαπειλεί ο κίνδυνος. Είναι πλήθος ανθρώπων κάθε ηλικίας και τάξεως και φύλου και κάθε μέρα και πολλοί άλλοι θέλουν να ανήκουν στην κατηγορία αυτή. Ο λοιμός της δεισιδαιμονίας αυτής μόλυνε όχι μόνο τις πόλεις, αλλά και τα χωριά και τις εξοχές».
Δεν διστάζει να ομολογήσει ο Πλίνιος, ότι οι ναοί των ειδώλων από πολύ καιρό είχαν ερημωθεί.


2. Οι διωγμοί κατά της Εκκλησίας
 Ενα διηνεκές θαύμα, κατά τη φράση του Ρουσσώ η ίδρυση και η επέκταση της εκκλησίας. Και το θαύμα γίνεται ακόμη εκπληκτικότερο, αν σκεφθούμε τον άνισο, τον σκληρό και τραχύ αγώνα, που ανέλαβε από την πρώτη στιγμή η Εκκλησία. Δεν βρήκαν ανθόσπαρτο το δρόμο τους οι απόστολοι. Το διωγμό έβλεπαν και περίμεναν στην πορεία τους:
«Ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσι» (Ιωάν. ιε 20).
Οι λόγοι του Κυρίου εκπληρώθηκαν μέχρι λεπτομερείας. Η ιστορία δεν αναφέρει διωγμούς εναντίον άλλης θρησκείας. Δέκα διωγμούς αντιμετώπισαν οι Χριστιανοί των τριών πρώτων αιώνων. Δέκα διωγμούς τον ένα φοβερότερο από τον άλλο.
«Τριακόσια χρόνια σατανικών διωγμών. Μιλούμε για διωγμούς αλλά δεν ξέρουμε τι θα πει διωγμός. Είναι πολύ δύσκολο να αναπαραστήσει κανείς στην φαντασία του, τι σήμαινε διωγμός. Και μόνο να επισκεφθεί κανείς σήμερα το μουσείο που φυλάσσονται τα όργανα των βασανιστηρίων εκείνων, καταλαμβάνεται από πρωτοφανή φρίκη». (Β. Πλουμίδης)
Τι ήταν οι διωγμοί;
ο Ηλίας Μηνιάτης το λέει ωραία: «Βλέπω λίγα πρόβατα να πολεμούν με λύκους, μάλιστα με λιοντάρια, με δράκοντες και άλλα θηρία, αναρίθμητα σε πλήθος, ανήμερα σε αγριότητα, θανατηφόρα στο φαρμάκι... Μα τι παράδοξο θέαμα... Βλέπω και... εκείνα τα λίγα πρόβατα νίκησαν, έδιωξαν και διασκόρπισαν και λύκους και λιοντάρια και όλα τα θηρία».
Εκατομμύρια μαρτύρων, εκατομμύρια τάφων στις κατακόμβες, ποταμοί αίματος. Στο Κολοσσαίο της Ρώμης, αν ήταν δυνατόν να γίνει μια χημική ανάλυση του χώματος της παλαίστρας θα έδειχνε αυτή την πραγματικότητα, όχι ως ιστορική πλέον, αλλά ως χημική πραγματικότητα αίματος. Και το Κολοσαίο μας θυμίζει τους αυτοκράτορες, μεταξύ των οποίων εξέχει ο θηριώδης Νέρων.
Και ήταν φυσικό να ξεσπάσουν εναντίον των Χριστιανών οι πιο άγριοι και απάνθρωποι διωγμοί. Γιατί ο Χριστιανισμός κηρύχθηκε από τους Ρωμαίους αυτοκράτορες «αθέμιτη θρησκεία». Η φυλάκιση, η μαστίγωση, οι αναρτήσεις, το ξέσχισμα των σαρκών με ειδικούς ξυστήρες, το πυρακτωμένο μολύβι, οι στρεβλώσεις των χεριών και των ποδιών, ο διαμελισμός, το σπάσιμο των σκελών, οι ακρωτηριασμοί, η εξόρυξη των ματιών, ο πνιγμός, η αγχόνη, ο αποκεφαλισμός με ξίφος, η σταύρωση, η εξορία, τα καταναγκαστικά έργα, ο λιθοβολισμός, τα δόντια των θηρίων, η πίσσα με την οποία άλλειφαν και έκαιγαν τους μάρτυρες τη νύχτα στους κήπους της Ρώμης, όλα τα τρομερά βασανιστήρια χρησιμοποιήθηκαν από τους διώκτες.
Επιπλέον άλλους τους εριχναν στα τηγάνια, άλλους τους έγδερναν το δέρμα ζωντανούς, άλλους καίγανε τις πληγές τους με αναμμένα κάρβουνα. Με τέτοιο καθεστώς διωγμών  εζησαν οι χριστιανοί των τριών πρώτων αιώνων και οδηγούνταν καθημερινά στο μαρτύριο.
Σήμερα μετά από συστηματική έρευνα γνωρίζουμε ότι κατά τους διωγμούς αυτούς των τριών πρώτων αιώνων του χριστιανισμού έχουμε 11.000.000 γνωστών μαρτύρων. Γιατί εκτός από αυτούς υπάρχουν και άλλοι, πολύ περισσότεροι ίσως, άγνωστοι.
Από το ένα μέρος μαχόταν η πάνοπλη και κραταιά ρωμαϊκή αυτοκρατορία με συμμάχους το μίσος των Ιουδαίων, τους εθνικούς φιλοσόφους και τους αιρετικούς, που υπονόμευαν τα θεμέλια τη εκκλησίας. Το άλλο στρατόπεδο το αποτελούσαν άοπλοι χριστιανοί. Πόλεμος μεταξύ λύκων και προβάτων.
Πόσες φορές οι διώκτες του χριστιανισμού κυριευμένοι από τη μανία τους προφήτευσαν το τέλος της εκκλησίας! «Αύριο δεν θα υπάρχει η εκκλησία» έλεγε ο Διοκλητιανός, που έχυσε ποταμούς χριστιανικού αίματος. Διέταξε μάλιστα μετά το φοβερό διωγμό του και έκοψαν νόμισμα με την επιγραφή «σε ανάμνηση του θανάτου του ονόματος των χριστιανών». Αλλά ο Διοκλητιανός πέθανε γυμνωμένος από την πορφύρα και το στέμμα, ενώ σε λίγο ανέβαινε στο θρόνο ο πιστός αυτοκράτορας Μέγας Κωνσταντίνος. Ποιόν μεγαλύτερο θρίαμβο έχει να αναφέρει η ιστορία από την επικράτηση του Χριστιανισμού, παρ   ὅλους τους εξοντωτικούς διωγμούς;
Ο ιερός Αυγουστίνος έγραφε: «ήδη βλέπουν την εκκλησία και λένε: κινδυνεύει να πεθάνει. Σε λίγο θα χαθεί το όνομά της. Δε λίγο δε θα υπάρχουν πλέον χριστιανοί. Πέρασε πια ο καιρός τους. Κι ενώ λένε αυτά, αυτούς τους βλέπω κάθε μέρα να πεθαίνουν, και την εκκλησία να μένει πάντοτε όρθια, και να αναγγέλει τη δύναμη του Θεού σ   ὅλες τις γενιές.
Την εποχή αυτή του Μεγάλου Κωνσταντίνου ο Χριστιανισμός είχε απλωθεί στην Αραβία, την Παλαιστίνη, την Φοινίκη, την Μεσοποταμία, τη Συρία, την Κύπρο, την Μ. Ασία, την Αρμενία, την ελληνική χερσόνησο και βορείως μέχρι τον Δούναβη, ολόκληρη την Ιταλία, την Γαλλία, την Ισπανία, την Βρεταννία, την Βόρεια Αφρική από την Νουμιδία και την Τριπολίδα μέχρι την Αιγυπτο και τη έδεσσα. Οι ιστορικοί λένε ότι σε ορισμένες περιοχές οι χριστιανοί αποτελούσαν το μισό του πληθυσμού.
Το 100 μ.Χ. οι χριστιανοί ήταν 5.000.000. Το 200 λόγω των διωγμών 2.000.000. Το 300 μ.Χ. έφθασαν πάλι τα 5.000.000. Και το 4000 τα 10.000.000.
Και όλα αυτά μετά από τρεις αιώνες αίματος και διωγμών σκληρότατων. Κανείς δεν μπορούσε να σταματήσει τη δύναμη της εξαπλώσεώς του.