Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2012

Περί των αγίων εικόνων. Μαρτυρίες από τους αγίους Πατέρες και εκκλησιαστικούς συγγραφείς για την ύπαρξη ιερών εικόνων στην Εκκλησια


Αρχικά να αναφέρουμε ένα στοιχείο που ίσως να μην είναι γνωστό σε πολλούς.
Τρεις αρχαίοι ιστορικοί, ο Ευσέβιος, ο Σωζομενός, και ο Φιλόστοργος, αναφέρουν τον ανδριάντα που ανέγειρε η αιμορροούσα γυναίκα για να τιμήσει τον Σωτήρα της Χριστό, που βλέπουμε στις αφηγήσεις των Ευαγγελίων.

Ο Ευσέβιος γράφει· «Την γαρ αιμορρούσαν, ην εκ των ιερών Ευαγγελίων προς του Σωτήρος ημών του πάθους απαλλαγήν εύρασθαι μεμαθήκαμεν, ενθένδεν έλεγον ορμάσθαι · τον τε οίκον αυτής επι της πόλεως δείκνυσθαι, και της υπό του Σωτήρος εις αυτήν ευεργεσίας θαυμαστά τρόπαια παραμένειν. Εστάναι γαρ εφ’ υψηλού λίθου προς μεν τας πύλας του αυτού οίκου, γυναικός εκτύπωμα χάλκινον επί γόνυ κεκλιμένον, και τεταμένας επι το πρόσθεν ταις χερσίν, ικετεύουση εοικός. Τούτου δε αντίκρυς άλλο της αυτής ύλης ανδρός όρθιον σχήμα, διπλοίδα κοσμίως περιβεβλημένον, και την χείρατη γυναικί προτείνον· ου παρά τοις ποσίν επι της στήλης αυτής ξένον τι βοτάνης είδος φυείν· ο μέχρι του κρασπέδου της του χαλκού διπλοίδος ανιόν, αλεξιφάρμακον τι παντοίων νοσημάτων τυγχάνει. Τούτον δε τον ανδριάντα, εικόνα του Ιησού φέρειν έλεγον» (Εκκλησιαστική Ιστορία Ευσεβίου, βιβλίο 7ο, ΙΗ). Ακόμα και εικόνες των αποστόλων υπήρχαν. «Οτε και Αποστόλων Αυτού τας εικόνας Παύλου και Πέτρου, και αυτού δη του Χριστού, δια χρωμάτων εν γραφαίς σωζομένας ιστορήσαμεν».

Ο Σωζομενός αναφέρει· «Επεί γαρ έγνω εν Καισαρεία του Φιλίππου, φοίνισσα δε αύτη πόλις, ην Πανεάδα ονομάζουσιν, επίσημον είναι Χριστού άγαλμα, ο του πάθους απαλλαγείσα ανέθηκεν η αιμορρούσα, καθελών τούτο, ίδιον ανέστησε» (Εκκλησιαστική Ιστορία Σωζομενού, 5ο βιβλίο, ΚΑ). Μάλιστα, αναφέρει ότι ενώ καταστράφηκε από κεραυνό, οι Χριστιανοί συνέλεξαν τα κομμάτια και τα απέθεσαν στην Εκκλησία.

[Τα στοιχεία ελήφθησαν από την μελέτη του αγίου Νεκταρίου, Περί των αγίων εικόνων, σελ. 20-22].


Κλήμης Αλεξανδρείας (Δεύτερος/ τρίτος αιώνας μ Χ)
Στρωματεύς έβδομος κεφ. ΙΒ’

«Επειδή λοιπόν βιάζεται να φτάσει στην κορυφή της γνώσης, με ήθος στολισμένο από κοσμιότητα και συμπεριφορά σεμνή, έχοντας όλα εκείνα που είναι πλεονεκτήματα του αληθινού γνωστικού, αποβλέποντας στις ωραίες εικόνες, σκεπτόμενους τους πολλούς πριν από αυτόν πατριάρχες που έζησαν τέλεια, τους πάμπολους προφήτες, και τους μύριους όσους στον αριθμό αγγέλους, και πάνω από όλους τον Κύριο που δίδαξε και παρουσίασε πως είναι δυνατόν ν’ αποκτηθεί ο κορυφαίος εκείνος βίος, γι’ αυτό δεν αγαπά κανένα από τα καλά του κόσμου που έχει μέσα στα χέρια του, για να μη μείνει οριστικά εδώ κάτω, αλλά αγαπά τα αγαθά που ελπίζουμε η καλύτερα αυτά που γνωρίζομε ήδη και που ελπίζομε ν’ αποχτήσομε».
(μετ. Ιγν. Σακαλή, στη σειρά Ε.Π.Ε., Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Άπαντα, τ. 4 σελ. 416-7, εκδόσεις Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, Θεσσαλονίκη 1996)

Τερτυλλιανός (150/60- 225/40 μ Χ).
Ο Τερτυλλιανός, στο έργο του ‘’De Pudicitia’’ (Περί αγνείας) – γραμμένο περίπου το 210/ 211-  αναφέρει για εικόνες και για Άγια ποτήρια στα οποία ζωγράφιζαν ποιμένα  φέροντα στους ώμους πρόβατο. [Πρβ με την ‘’Μελέτη του αγίου Νεκταρίου περί των εικόνων, σελ. 11].

Επί εποχής επισκοπείας του Αστερίου Αμασείας, στο μαρτύριο της αγίας Ευφημίας (μαρτύρησε επί Διοκλητιανού το 282), αναφέρεται η συνήθεια της απεικόνισης των μαρτύρων· «Ο δε δη ζωγράφος ευσεβών και αυτός δια της τέχνης τα κατά δύναμιν, πάσαν την ιστορίαν εν σινδόνι χαράξας, αυτού που περί την θήκην, ιερόν ανέθηκε θέαμα» [Πρβ με την ‘’Μελέτη του αγίου Νεκταρίου περί των εικόνων, σελ. 24-27].

Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος (329- 390 μ Χ).
Κατά Ιουλιανού βασιλέως στηλιτευτικός Α’

«Διότι εκείνα που ούτε ο Διοκλητιανός, ο πρώτος ο οποίος προσέβαλε τους Χριστιανούς, ούτε ο Μαξιμιανός, που τον διεδέχθη και τον εξεπέρασε, ανελογίσθη ποτέ, ούτε ο Μαξιμίνος, ο μετά από εκείνους και περισσότερον από εκείνους διώκτης του οποίου τα σημάδια της επί της εποχής του πληγής φέρουν ακόμη αι εικόνες εκτεθειμέναι δημοσίως και στηγματίζουν την κακοποίηση του σώματος,…»
(μετ. Παν. Παπαευαγγέλου, στη σειρά Ε.Π.Ε., Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου, Έργα, τ. 3 σελ. 138-9, εκδόσεις Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, Θεσσαλονίκη 1976)

Άγιος Γρηγόριος Νύσσης (335-394 μ Χ).
Λόγος περί θεότητος Υιού και Πνεύματος
«Είδα πολλές φορές ζωγραφική απεικόνιση της θυσίας και δεν προσπέρασα το θέαμα χωρίς να δακρύσω, αφού η τέχνη φέρνει μπροστά μας το περιστατικό με τόση σαφήνεια». (μετ. Ιγνάτιου Σακαλή, στην σειρά Ε.Π.Ε. Αγίου Γρηγορίου Νύσσης Άπαντα, τομ. 10, σελ. 58-61, εκδόσεις Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, Θεσσαλονίκη 1990)

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (344/354- 407 μ Χ).
Λόγος εγκωμιαστικός εις τον Μελέτιον Αρχιεπίσκοπον Αντιοχείας.
«Και εκείνο που γινόταν τότε ήταν διδασκαλεία ευλάβειας. Διότι αναγκαζόμενοι συνεχώς να θυμούνται το όνομα εκείνο και να έχουν τον άγιον εκείνον μέσα στην ψυχή τους, είχαν το όνομα σαν φυγαδευτήριο κάθε αλόγου πάθους και λογισμού. Και έλαβε το πράγμα τόση μεγάλη έκταση, ώστε παντού, και στην αγορά και στους αγρούς και στους δρόμους ν’ ακούεται παντού το όνομα αυτό. Και δεν σας κυρίεψε το πάθος αυτό μόνο για το όνομα, αλλά και για την απεικόνιση του σώματός του. Εκείνο δηλαδή που κάματε ως προς τα ονόματα, αυτό κάμετε και για την εικόνα εκείνου. Διότι εκείνη την αγία εικόνα τη χάραξαν πολλοί και στις σφενδόνες των δακτυλιδίων, και στα εκτυπώματα, και στις φυάλες, και στους τοίχους των θαλάμων, και παντού, ώστε, όχι μόνο ν’ακούν εκείνο το άγιο όνομα, αλλά και να βλέπουν παντού την εικόνα του σώματός του, και να έχουν έτσι διπλή παρηγοριά για την αποδημία του». (μετ. Ελευθέριου Μερετάκη, στην σειρά Ε.Π.Ε. Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου Έργα, τομ. 37 σελ. 23-25, εκδόσεις Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, Θεσσαλονίκη 1989)

Ψευδό- αρεοπαγιτικό σύγγραμμα ‘’Προς Τίτω τον Ιεράρχη’’ (5ος αιώνας)
Επιστολή 9η, 2.
«Πρέπει λοιπόν κι εμείς παραμερίζοντας την δημώδη γι’ αυτά αντίληψι, να περάσωμε ιεροπρεπώς στην καρδιά των ιερών συμβόλων και να μη τα υποτιμούμε, διότι είναι γεννήματα και αποτυπώματα των θείων χαρακτήρων, εμφανείς εικόνες των απορρήτων και υπερφυών θεαμάτων». (μετ. Παν. Χρήστου, στη σειρά Ε.Π.Ε., Φιλοκαλία των νηπτικών και ασκητικών, τομ. 3. σελ. 545, εκδόσεις Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, Θεσσαλονίκη 1986)